σε ,

10 σπουδαία ποιήματα του Μίλτου Σαχτούρη

Θυμόμαστε αγαπημένους στίχους του μεγάλου Έλληνα ποιητή

sahtoyris 1

Ο ποιητής Μίλτος Σαχτούρης ήταν ένας από τους σημαντικότερους μεταπολεμικούς ποιητές, τιμημένος μάλιστα με τρία κρατικά βραβεία ο οποίος στο τέταρτο έτος της Νομικής το 1944 αποφάσισε να εγκαταλείψει το πανεπιστήμιο και να αφοσιωθεί στη μεγάλη του αγάπη: την ποίηση.

Τα πρώτα χρόνια

Ο Σαχτούρης πρωτοέγραψε ποίηση την άνοιξη του 1941. Το 1943 γνωρίστηκε με τον Οδυσσέα Ελύτη και τον Νίκο Εγγονόπουλο, με τον οποίο συνδέθηκε με στενή φιλία. Ως ποιητής στον χώρο των γραμμάτων εμφανίστηκε, ύστερα από παρότρυνση του Ελύτη, το 1944 στο περιοδικό Τα Νέα Γράμματα. Τον επόμενο χρόνο κυκλοφόρησε η πρώτη του ποιητική συλλογή «Η Λησμονημένη». Για την συλλογή αυτή ο Σαχτούρης ανέφερε πολλά χρόνια αργότερα ότι «Το βιβλίο είναι αφιερωμένο σε αυτή τη γυναίκα, η οποία επανέρχεται και σε άλλα ποιήματά μου αργότερα μέχρι τα Εκτοπλάσματα».

miazoi persaki98

Ο ποιητής δεν παντρεύτηκε ποτέ. Διατηρούσε όμως δεσμό από το 1960 μέχρι τον θάνατο του με την σύντροφό του και ζωγράφο Γιάννα Περσάκη που συχνά έκανε την εικαστική επιμέλεια στα ποιήματά του. Της είχε αφιερώσει μάλιστα πολλές συλλογές όπως «Το Σκέυος”»(1971) καθώς και συγκεκριμένα ποιήματα όπως «Τα Ρολόγια που Αναποδογυρίσαν Ανάποδα» (1998).

Ο Ποιητής Μίλτος Σαχτούρης

Disclaimer: I have fully accepted the terms of Youtube for non-profit use of the video.Please warmly as before making any reference to the Copyright to YouT…

Παρακάτω συγκεντρώσαμε 10 αγαπημένα μας ποιήματα:

* * *

Ὁ καθρέφτης

Σὰ γύρισε ὁ καθρέφτης μου
στὸν οὐρανὸ
φάνηκε
ἕνα φεγγάρι μισοφαγωμένο
ἀπὸ τὰ κόκκινα μυρμήγκια
τῆς φωτιᾶς
κι ἕνα κεφάλι πλάι του
νὰ καίει κι αὐτὸ μέσα σε πύρινη
βροχὴ

νὰ λάμπει τὸ κεφάλι
νὰ φέγγει
καθὼς τὸ ἔπαιρνε τὸ ἔκανε κάρβουνο
ἡ φωτιὰ

νὰ ψιθυρίζει:
-Τὰ δέντρα καῖνε φεύγουνε σὰν τὰ μαλλιὰ
ὁ ἄγγελος χάνεται μὲ καψαλισμένα
τὰ φτερὰ
κι ὁ πόνος
σκύλος μὲ σπασμένο πόδι
μένει
μένει

* * *

Τὸ χρυσάφι

Κάποτε
θὰ σταματήσουμε
σὰ μιὰ γαλάζια ἅμαξα
μέσ᾿ στὸ χρυσάφι
δὲ θὰ μετρήσουμε τὰ μαῦρα
ἄλογα
δὲ θά ῾χουμε τίποτα ν᾿ ἀθροίσουμε
δὲ θά ῾χουμε πιὰ τίποτα
γιὰ νὰ μοιράσουμε

κρατώντας
ἕνα ξύλο
θὰ περάσουμε
μέσ᾿ ἀπ᾿ τὴ μαύρη τρύπα
τοῦ ἥλιου
ποῦ θὰ καίει

* * *

Κυριακή

Κύματα Κυριακῆς τὰ μάτια μου
κύματα μοναξιᾶς τὰ χέρια μου
τρίζουν ἀπὸ ὕπνο ἀθῷο
τὰ δόντια μέσα στὴν καρδιά μου

τὸ πεθαμένο τὸ παιδί

δὲν ξενιτεύεται
πάει κρατώντας ἕνα
κόκκινο σκυλάκι
μέσα στὸ μαντίλι

τέρατα περπατοῦν
ἀνάποδα στὰ ὄνειρα
φυσάει ἕνας ἄγριος ἀέρας
πάνω ἀπ᾿ τὶς λεμονάδες
πετάει μιὰ νυχτερίδα
σὰν πικραμένο εὐαγγέλιο

μ᾿ ἕνα μαῦρο πανὶ
μία γυναίκα
σκεπάζει τὸ φεγγάρι

* * *

Ἡ φεγγαράδα

Ἀπὸ αἷμα πουλιῶν πλημμυρισμένο
κρυμμένο μένει τὸ φεγγάρι
πότε πίσω ἀπὸ δέντρα
πότε πίσω ἀπὸ θηρία
πότε πίσω ἀπὸ σύννεφα
μὲ θόρυβο ποὺ ξεκουφαίνει τὰ φτερὰ ἀγγέλων
κάτι θέλουν νὰ ποῦν κάτι σημαίνει
εἶναι ἀκόμα καλοκαίρι
ὅμως μιὰ μυρωδιὰ ἀπὸ θειάφι φράζει τὸ χειμώνα
δὲν ἔχει οὔτε καρέκλα νὰ καθίσεις
καὶ οἱ καρέκλες ἔφυγαν στὸν οὐρανό

* * *

Τὰ Γράμματα

Θὰ πάψω πιὰ νὰ γράφω ποιήματα
ἔριξες τὸ χρυσό σου δαχτυλίδι μὲς στὴ
θάλασσα
στὴν ἀμμουδιὰ μὲ τὸ νεκρὸ κρανίο
κι ὅλα τὰ βουλιαγμένα καράβια βγῆκαν
στὸν ἀφρὸ
κι ὁ καπετάνιος ζωντανὸς
κι οἱ ναύκληροι νὰ χαμογελᾶνε

εἶπα θὰ πάψω πιὰ νὰ γράφω ποιήματα

καὶ στὸ παράθυρο τοῦ σπιτιοῦ μου τοῦ προγονικοῦ
ὁ πατέρας μου καὶ ἡ μητέρα μου
κουνᾶνε τὰ μαντήλια τους καὶ χαιρετᾶνε

τὰ ποιήματά μου ὅμως δὲν μπόρεσαν νὰ
τὰ διαβάσουν
ἔχουν ξεχάσει νὰ διαβάζουν
λένε τὸ κάπα ἄλφα καὶ τὸ δέλτα ἔψιλον

καὶ σὺ μοῦ εἶπες ψέματα
στὸν τόπο αὐτὸ τοῦ κόκκινου γελαστοῦ
κρανίου μὲ ξεγέλασες
γι᾿ αὐτὸ κι ἐγὼ σὲ γέλασα
καὶ μὲ πιστέψατε

κατάρα μὲ τὶς ἑφτὰ σκιὲς

πάντα θὰ γράφω ποιήματα

* * *

Ὁ Ἐλεγκτής

Ἕνας μπαξὲς γεμάτος αἷμα
εἶν᾿ ὁ οὐρανὸς
καὶ λίγο χιόνι
ἕσφιξα τὰ σκοινιά μου
πρέπει καὶ πάλι νὰ ἐλέγξω
τ᾿ ἀστέρια
ἐγὼ
κληρονόμος πουλιῶν
πρέπει
ἔστω καὶ μὲ σπασμένα φτερὰ
νὰ πετάω.

Μακάρι νὰ βρεῖ πέννα καὶ χαρτὶ ἐκεῖ ποὺ πάει…

* * *

Τα Ποτάμια

Δυστυχισμένα όνειρα
τα χρόνια μας περνούν μέσα στην αγωνία
οι εφημερίδες λησμονούν
όμως μες στην καρδιά μας
καίει μια κατακόκκινη πληγή
απ’ το παλιό χρυσάφι

Όλο μαζεύουμε τα πράγματά μας
τα κρύβουμε σε βαθιά υπόγεια
λύνουμε τις ντουλάπες μας
στήνουμε ανάποδα τις καρέκλες μας
κι ο απελπισμένος ήλιος μπαίνει
από μια χαραματιά και τις φωτίζει

Πρέπει να βγούμε στα ποτάμια
ακόμα λίγο και θα σπάσει το πουλί
μες στο κεφάλι μας
ακόμα λίγο και θα πήξει
το αίμα μέσα στην καρδιά μας
πρέπει να βγούμε σύρριζα
πρέπει να βγούμε μέσα απ’ τα ποτάμια

* * *

Κάτι επικίνδυνα κομμάτια 

Κάτι επικίνδυνα κομμάτια
χάος
είν’ η ψυχή μου
που έκοψε με τα δόντια του
ο Θεός

Άλλοι τα τριγυρίζουν πάνω σε σανίδια
τα δείχνουν
τα πουλάνε
τ’ αγοράζουν

Εγώ δεν τα πουλώ.

Οι άνθρωποι
τα κοιτάζουν
με ρωτάνε
άλλοι γελάνε
άλλοι προσπερνάνε

Εγώ δεν τα πουλώ.

* * *

Χειμώνας

Τί ὡραῖα ποὺ μαραθῆκαν τὰ λουλούδια
τί τέλεια ποὺ μαραθῆκαν
κι αὐτὸς ὁ τρελὸς νὰ τρέχει στοὺς δρόμους
μὲ μιὰ φοβισμένη καρδιὰ χελιδονιοῦ
χειμώνιασε καὶ φύγανε τὰ χελιδόνια
γέμισαν οἱ δρόμοι λάκκους μὲ νερὸ
δυὸ μαῦρα σύννεφα στὸν οὐρανὸ
κοιτάζονται στὰ μάτια ἀγριεμένα
αὔριο θὰ βγεῖ στοὺς δρόμους καὶ ἡ βροχὴ
ἀπελπισμένη
μοιράζοντας τὶς ὀμπρέλλες της
τὰ κάστανα θὰ τὴ ζηλέψουν
καὶ θὰ γεμίσουν μικρὲς κίτρινες ζαρωματιὲς
θὰ βγοῦν κι οἱ ἄλλοι ἔμποροι
αὐτὸς ποὺ πουλάει τ᾿ ἀρχαῖα κρεβάτια
αὐτὸς ποὺ πουλάει τὶς ζεστὲς-ζεστὲς προβιὲς
αὐτὸς ποὺ πουλάει τὸ καυτὸ σαλέπι
κι αὐτὸς ποὺ πουλάει θῆκες ἀπὸ κρύο χιόνι
γιὰ τὶς φτωχὲς καρδιές

* * *

Η Αγρυπνία 

Ὅλοι κοιμοῦνται
κι ἐγὼ ξαγρυπνῶ
περνῶ σὲ χρυσὴ κλωστὴ
ἀσημένια φεγγάρια
καὶ περιμένω νὰ ξημερώσει
γιὰ νὰ γεννηθεῖ
ἕνας νέος ἄνθρωπος
μέσ᾿ στὴν καρδιά μου
τὴν παγωμένη
ἀπὸ ἄγρια φαντάσματα
καὶ τόση μαύρη πίκρα.

* * *

Ο Μίλτος Σαχτούρης μιλά στον Στάθη Τσαγκαρουσιάνο

Ο Μίλτος Σαχτούρης μιλά στον Στάθη Τσαγκαρουσιάνο | LiFO

Σε κάτι παλιά χαρτιά, 30 χρόνων και βάλε, βρήκα αυτό: είναι η πρώτη συνέντευξη που πήρα ποτέ -και είναι από τον Μίλτο Σαχτούρη! Δεν ήξερα τότε πώς να χειριστώ το τεράστιο υλικό – δημοσίευσα ένα μικρό κομμάτι της.

Ακολουθήστε τα Μικροπράγματα στο Google News, για άρθρα και κουίζ που θα σας φτιάχνουν τη μερα.
0 Comments
Ενσωματωμένα σχόλια
Δείτε όλα τα σχόλια

Τα Μικροπράγματα στο inbox σου!