Γράφει ο Γεώργιος Σωτηρόπουλος
Το ζήτημα των σεξουαλικών εγκλημάτων που τελούνται σε περιοχές και εποχές πολεμικών συγκρούσεων βρίσκεται διαρκώς στην επικαιρότητα. Σε πολλές περιπτώσεις, αυτά τα εγκλήματα αποτελούν δυστυχώς και μέρος οργανωμένης στρατηγικής εκφοβισμού. Το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την πρώην Γιουγκοσλαβία είναι το πρώτο διεθνές όργανο που συμπεριέλαβε εγκλήματα αυτής της φύσης στα Εγκλήματα κατά της Ανθρωπότητας και στα Εγκλήματα Πολέμου.
Μια πρόσφατη εκτίμηση δείχνει ότι υπάρχουν περίπου 25,000 έγκυες γυναίκες στους καταυλισμούς των Ροχίνγκια στο Μπαγκλαντές, εκ των οποίων 18,300 είναι επίσημα καταγεγραμμένες. Ένα μεγάλο ποσοστό από αυτές τις εγκυμοσύνες προέρχονται από βιασμούς που βάσει των κατηγοριών έχουν διαπραχθεί και από τις κυβερνητικές στρατιωτικές δυνάμεις της Μιανμάρ. Τέτοιες πράξεις σεξουαλικής βίας ενάντια στην «πιο διωκόμενη μειονότητα του κόσμου» καλύπτονται διαχρονικά είτε από τα δικτατορικά καθεστώτα του παρελθόντος είτε από το νεόκοπο δημοκρατικό καθεστώς της Μιανμάρ. Επομένως η κεντρική κάλυψη τέτοιων εγκλημάτων τα καθιστά και εργαλεία πολέμου και ενίοτε γενοκτονίας.
Ο πόλεμος της Βοσνίας (1992-1995) υπήρξε ένα από τα πιο τραγικά σύγχρονα παραδείγματα διάπραξης των εγκλημάτων του συστηματικού βιασμού και της σεξουαλικής υποδούλωσης.
Τα εγκλήματα αυτά διαπράχθηκαν από όλες τις πλευρές, αλλά κυρίως από Σερβοβόσνιες στρατιωτικές και παραστρατιωτικές δυνάμεις ενάντια σε γυναίκες και παιδιά του μουσουλμανικού πληθυσμού της Βοσνίας. Σύμφωνα με εκτιμήσεις ο συνολικός αριθμός των θυμάτων ανήλθε σε 25,000 με 50,000 για το διάστημα 1991 με 1995. Μαρτυρίες θυμάτων μιλούν ακόμα και για ύπαρξη στρατοπέδων συγκέντρωσης, που είχαν δημιουργηθεί από τις Σερβοβόσνιες δυνάμεις και τις δυνάμεις των Κροατών της Βοσνίας, των οποίων ο σκοπός ήταν οι κατ’εξακολούθηση ομαδικοί βιασμοί. Τα θύματα αφήνονταν ελεύθερα αφού βρίσκονταν σε κατάσταση προχωρημένης εγκυμοσύνης, ώστε να μην μπορούν να προβούν σε άμβλωση. Η σεξουαλική βία δεν περιορίστηκε βεβαίως μόνον σε θύματα θηλυκού γένους, με περίπου 3,000 άντρες και αγόρια να έχουν επίσης βιαστεί και σεξουαλικά κακοποιηθεί την ίδια περίοδο σύμφωνα με εκτιμήσεις.
Ο βιασμός όταν δεν αποτελεί παράπλευρο έγκλημα μια πολεμικής διαμάχης, αλλά μια προσχεδιασμένη στρατηγική, εξυπηρετεί τρεις σκοπούς.
Ο πρώτος είναι η τρομοκράτηση του άμαχου πληθυσμού. Ο δεύτερος στόχος είναι ο διωγμός από μια περιοχή μέσα από τη διαμόρφωση συναισθημάτων ταπείνωσης και ντροπής στα θύματα. Συνήθως τα θύματα δεν επιστρέφουν στα εδάφη τους και προσπαθώντας να ξεχάσουν και προσπαθώντας να αποφύγουν το στιγματισμό ιδιαίτερα σε κλειστές κοινωνίες. Ο τρίτος στόχος είναι η κάμψη του ηθικού του αντίπαλου στρατεύματος, καθώς η γυναίκα και τα παιδιά που αποτελούν τους κύριους στόχους σεξουαλικής βίας αποτελούν πολύ ισχυρούς συμβολισμούς στην ψυχοσύνθεση ενός μαχόμενου. Η καταπάτηση αυτών των συμβόλων καθίσταται λόγος απογοήτευσης και ηττοπάθειας.
Η σύσταση των Διεθνών Ποινικών Δικαστηρίων για τις υποθέσεις του Γιουγκοσλαβικού Πολέμου (1993) και για την Γενοκτονία στη Ρουάντα (1994) απετέλεσαν το πρώτο βήμα για την ίδρυση του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου (2002) ύστερα από το Καταστατικό της Ρώμης το 1998.
Το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο έχει τη δικαιοδοσία να διώκει άτομα για διεθνή εγκλήματα γενοκτονίας, εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και εγκλήματα πολέμου. Υπόνοιες ωστόσο για την έλλειψη τόλμης από πλευράς του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου για τον Πόλεμο στην Γιουγκοσλαβία προς περαιτέρω διερεύνηση εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας και της ανοχής σε αυτά από άλλες δυνάμεις αμαυρώνουν την παγκόσμια προσπάθεια για δίωξη των σεξουαλικών εγκλημάτων σε συνθήκες πολέμου και γενοκτονιών.
Το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο σε συνεργασία με το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών θα πρέπει να χαράξουν μια νέα πορεία στην παγκόσμια δίωξη των σεξουαλικών εγκλημάτων. Η περίπτωση των Ροχίνγκια στη Μιανμάρ αποτελεί πεδίο δόξης λαμπρό προκειμένου να καταδικαστεί απερίφραστα και στην πράξη η κυβερνητικά σχεδιασμένη σεξουαλική βία ενάντια σε άμαχο πληθυσμό. Τέτοιες φρικτές πράξεις δεν πρέπει να καλύπτονται κατά το δοκούν ή να χάνονται στις διαπραγματεύσεις που πραγματοποιούνται στο Συμβούλιο Ασφαλείας. Άμεση, σκληρή καταδίκη και παρέμβαση κυανόκρανων είναι τα εργαλεία που θα πρέπει να βρει τρόπο ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών να ενεργοποιεί χωρίς αστερίσκους. Το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο θα πρέπει να αποδείξει από την πλευρά του την ανεξαρτησία του και να είναι τολμηρό στην απονομή της Δικαιοσύνης.