σε , ,

Λάνθιμος: Τα περί “διαφημιστή / σκηνοθέτη του Λαζόπουλου” και το “έγκλημα που δεν τον κρατήσαμε εδώ”

O Γιώργος Λάνθιμος το 2005, στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης (Φωτο: eurokinissi)

Γράφει ο Νίκος Μεντής

Με αφορμή το κείμενο του Αλέξανδρου Βούλγαρη που αναδημοσιεύσαμε τις προάλλες:

H πιο εύστοχη ανάλυση για το «φαινόμενο Λάνθιμος» έγινε, περιέργως, από Έλληνα συνάδελφό του

Σχετικά με τον επαρχιωτισμό μας:

Ο φθόνος στον οποίο αναφέρεται ο Βούλγαρης είναι πιο έντονος στην πρώτη φάση – όταν ο άλλος έχει μεν επιτυχίες, αλλά ακόμα τον θεωρούμε του βεληνεκούς μας ή ότι τέλος πάντων μπορούμε και εμείς να κάνουμε κάτι παρόμοιο. Όταν ξεφύγει εντελώς (πάρει κάνα Όσκαρ σκηνοθεσίας ξέρω ‘γω) και είναι τόσο μακριά από εμάς που δεν είναι πλέον στο πεδίο μας, θα πάμε στην άλλη άκρη και θα τον υμνούμε όλη μέρα, ό,τι και να κάνει μας αρέσει δεν μας αρέσει, αξίζει δεν αξίζει. Ο κίνδυνος πλέον θα είναι ορατός το όνομα του να έχει την αξιοθρήνητη μοίρα των “δύο Νόμπελ”, του Θεοδωράκη και του Χατζιδάκι ως ύστατο επιχείρημα καραβοτσακισμένου πανελίστα που, ύστερα από παράθεση των ονομάτων αυτών, αναρωτιέται αγχωμένος “ποιος είναι ο πολιτισμός των Γερμανών;”.

Σχετικά με το “διαφημιστής” και “σκηνοθέτης Λαζόπουλου”:

Πολλοί κινηματογραφιστές δίνουν την εντύπωση ότι επιβιώνουν με παρακρατικές αρπαχτές και χαρτζιλίκι από γονείς, ζώντας μια προστατευμένη, ευχάριστη και ανέμελη ζωή με επίκεντρο τα μπαράκια του κέντρου των Αθηνών. Αυτό βγαίνει και στις ταινίες (ανεξάρτητα από την αξία τους).

Για παράδειγμα, οι συχνές και εμμονικές σινεφιλικές αναφορές (καθώς και παλαιότερα οι ιδεολογικές) μπορούν να ερμηνευτούν και σαν μηχανισμός αναπλήρωσης ουσιαστικότερης εμπλοκής με την ζωή. Είναι ταινίες ανθρώπων που δεν χρειάστηκε να γυρίσουν διαφημίσεις καρτοκινητών ή σαχλαμάρες με τον Λαζόπουλο και τον Ρουβά για να επιβιώσουν. Το γεγονός ότι ο Λάνθιμος είναι από τους λίγους που τα έκανε αυτά και επίσης από τους λίγους που τα κατάφερε τόσο καλά ίσως να μην είναι τόσο ασύνδετα τελικά…

Περί “ελληνικότητας” των ταινιών του:

Στην εμμονή μας για (με ή χωρίς εισαγωγικά) επιτυχίες Ελλήνων σίγουρα παίζει ρόλο η καταθλιπτική επικαιρότητα των τελευταίων 10 χρόνων. Εδώ έχουμε κάνει την σκοποβολή εθνικό σπορ…

Προφανώς δεν έχει και πολύ νόημα το 2018 να αναζητούμε την “ελληνικότητα” στις ταινίες του Λάνθιμου με όρους λίγο-πολύ της γενιάς του ‘30. Από την άλλη, ο Κυνόδοντας είναι κατά την γνώμη μου η καλύτερη περιγραφή της Ελλάδας που γνώρισα τις δεκαετίες ‘80-’00. Επίσης, και χωρίς να υποτιμώ αναφορές στο θέατρο του παραλόγου κτλ, έχω έντονα την εντύπωση ότι η εκφορά του λόγου στις ταινίες του καθώς και η καθοδήγηση των ηθοποιών έχουν την ρίζα τους στην λαϊκή ελληνική τηλεόραση των τελευταίων 20-30 χρόνων.

Υποθέτω είναι πιο εύκολο σε κάποιον που έχει φάει στην μάπα τις γκαρίδες, τις υστερίες και τον ακραίο συναισθηματισμό της ελληνικής τηλεόρασης να σκεφτεί πώς θα ήταν αν κάναμε το ακριβώς αντίθετο.

Σχετικά με το “έγκλημα που δεν τον κρατήσαμε εδώ”:

Δεν νομίζω ότι η όποια πολιτεία πρέπει/μπορεί να “κρατήσει εδώ” ένα σκηνοθέτη που έχει την δυνατότητα να γυρίζει ταινίες με την Κιντμαν. Δεν βλέπω κανένα όφελος – ούτε για εμάς, ούτε για αυτόν – από το να μείνει εδώ. Αντίθετα, θα ήταν μεγάλο όφελος για εμάς οι εμπειρίες και οι διασυνδέσεις του από την διεθνή καριέρα.

Πρώτα από όλα βέβαια εξαρτάται αυτό από την θέληση του ίδιου του Λάνθιμου· αν είναι σε στυλ “στα παπάρια μου η Ελλάδα”, προφανώς δεν μπορεί να γίνει τίποτα. Αν όμως δεν είναι έτσι, υποχρέωση μας δεν είναι “να τον κρατήσουμε εδώ”, αλλά να έχουμε τις δομές και τα κανάλια εκείνα μέσω των οποίων οι εμπειρίες και οι γνώσεις θα μπορέσουν να διαχυθούν στην χώρα μας. Απουσία σκατοψυχίας είναι επίσης σημαντική προϋπόθεση…

Σαν επίλογος, λίγα λόγια για τις ταινίες:

Οι συνεχόμενες βραβεύσεις του Λάνθιμου έχουν δύο πιθανές ερμηνείες: είτε είναι πάρα πολύ καλός, είτε ο ανταγωνισμός είναι μέτριος. Με όλο τον σεβασμό στο ταλέντο και στις ικανότητες του, νομίζω ισχύει το δεύτερο. Ζούμε σε μια εποχή που θεωρούνται κορυφή ο Luca Guadagnino και ο Wes Anderson. Ένα καλό πλάνο που “σπάει τους κανόνες”, μια έξυπνη ατάκα, μια αναφορά σε ακόμα ένα καλτ ποπ artefact από τις 3 δεκαετίες, μια absurd κατάσταση, weirdness· αυτά φαίνεται να ενδιαφέρουν τον Λάνθιμο περισσότερο από τα συγκλονιστικά γεγονότα και τις απίστευτες εξελίξεις των τελευταίων χρόνων. Πάρα τις επιφανειακές επιρροές από τον Κιούμπρικ που επισημαίνει ο Βούλγαρης, αυτό είναι μια πολύ ουσιαστική διαφορά του Λάνθιμου από τον σκηνοθέτη που γύρισε ταινίες για την ατομική βόμβα, την τεχνητή νοημοσύνη, τον συμπεριφορισμό, τον πόλεμο του Βιετναμ κτλ.

Ο Λάνθιμος σαν σκηνοθέτης μοιάζει να είναι ο ίδιος κάτοικος του σπιτιού του Κυνόδοντα. Το διεθνές κοινό του – ευκατάστατοι λευκοί με “κάλες σπούδες” (που θα έλεγε και η Καθημερινή) – δεν έχει για ήρωες λιβιδικούς ροκ σταρς ή ιδιοφυείς σκηνοθέτες ή αντισυμβατικούς συγγραφείς με λούμπεν αναφορές. Έχει για ήρωα τον Στηβ Τζομπς (η αισθητική του οποίο ταίριαζει στις ταινίες του Λάνθιμου). Στην βιογραφία του Τζομπς, ο Walter Isaacson περιγράφει μια συνάντηση του Τζομπς με τον Πρόεδρο Ομπάμα. Συνάντηση χωρίς αυστηρή ατζέντα, περισσότερο προσπάθεια να έρθουν σε επαφή οι δύο κόσμοι της πολιτικής και της τεχνολογίας.

Αυτό που είπε ο Τζομπς στον Πρόεδρο είναι ότι χρειάζεται να απλοποιηθούν οι διαδικασίες απόκτησης βίζας για ταλαντούχους μετανάστες. Με άλλα λόγια, είχε μπροστά του τον πιο έξυπνο και μορφωμένο Πρόεδρο των ΗΠΑ των τελευταίων 40 χρόνων και αυτό που βρήκε να του πει είναι ένα στην καλύτερη περίπτωση δευτερεύων θέμα που μπορεί να αντιμετωπιστεί σε επίπεδο μεσαίας γραφειοκρατίας. Αυτός είναι ο κόσμος στον οποίο και για τον οποίο κάνει ταινίες ο Λάνθιμος.

0 Comments
Ενσωματωμένα σχόλια
Δείτε όλα τα σχόλια

Τα Μικροπράγματα στο inbox σου!