*Νικολα, η μαμά δεν έχει ιδέα
Γράφει η Ελίζα Βελλίδη ή αλλιώς Mama Ludens
Μόλις έχω γεννήσει. Πιο χάι από ποτέ, υπό την επήρεια άφθονης μορφίνης και lustgas, έχω γίνει μάνα. Είδα ένα μωρό να βγαίνει “σαν κάψουλα” από μέσα μου, πέντε μαίες, τρεις γιατρούς, τη μαμά μου με το πιεσόμετρο στο ένα χέρι και το τσιγάρο στο άλλο.Είδα τον Γιάννη να κόβει το αντεράκι της ζωής, εγκαινιάζοντας τη νέα πραγματικότητα, είδα να τραβάνε από μέσα μου όργανα που εξετέλεσαν την αποστολή τους, με εμένα μουδιασμένη από το δέος, να μη νιώθω τίποτα πια. Μούδιασμα, δέος και μαστούρα. Ήρθε η πρώτη αγκαλιά, το πρώτο γάλα, ο πιο ανακουφιστικός υπνάκος της ζωής μου. Να τα, και τα πρώτα βήματα. Μετά από σαράντα εβδομάδες ήρθε η ώρα να βρεθώ μόνη μου για πρώτη φορά.
Με έχουν πιάσει χέρια πολλά εδώ στο νοσοκομείο, φροντιστικά και δυνατά. Για λίγο τα όρια του εαυτού μου, που πάντα τόσο αγαπούσα να φυλάω, εξαλείφθηκαν απ’το χάρτη. Με ντύσανε, με γδύσανε, χέρια ζούληξαν τις θηλές μου και εισχώρησαν στον κόλπο μου. Χέρια που με χαϊδέψανε, με ποτίσανε ηλεκτρολύτες, με κρατήσανε ακίνητη, μου έβαλαν μάσκα οξυγόνου. Τόσα χέρια πάνω μου και δυο χέρια μέσα μου, που υψώνονταν φωνάζοντας «Λευτεριά στον σύντροφο Νικόλα!». Και ανάμεσα σ’ όλα αυτά τα χέρια εγώ σαν βασίλισσα και σκλάβα ταυτόχρονα, θυμωμένη απ’τον πόνο τον παρατεταμένο, να έχω δώσει το είναι μου στο να φέρω εις περας την αποστολή, κόντρα σε ο,τι φοβάμαι.
Νιώθω πως ταπεινώθηκα και έχω αγιάσει, μια θεότητα μικρή. Νιώθω όμως σιγά σιγά κι εμένα, τον κάζουαλ εαυτό που ξέρω είκοσι έξι χρόνια. “‘Ελα εαυτέ, σήκω, πάμε στο μπάνιο.” Είμαι μόνη και άδεια, μια άδεια φωλιά πια, ένα αυγό που έσπασε το τσόφλι του, με μια κοιλιά σαν ξεφούσκωτο μπαλόνι ηλίου. Ηχεί δραματικό, αλλά ομολογώ ότι δε με χαλάει. Ναι, η άδεια φωλιά της κοιλιάς μου είναι λυπηρή αισθητικά και συμβολικά. Είναι όμως και ένα σύμβολο απελευθέρωσης, του Νικόλα και δικής μου. Δύο άνθρωποι εκτεθειμένοι πλέον και ελεύθεροι από τα δεσμά της συμβίωσης στο ίδιο σώμα.
Περπατάω σαν να κάνω τα πρώτα μου βήματα, αφήνοντας στο πάτωμα μικρές σταγόνες από αίμα και άλλα ζωτικά υγρά. Περπατάω πειραματικά και φοβισμένα, με έναν ενθουσασμο εσωτερικό, σαν να είμαι εγώ το πουλάκι που επωάστηκε στο μεγάλο φωτεινό κόσμο.
Φτάνω στο μπάνιο και κοιτάζω στον καθρέφτη. Και τι να δω!; Η Ελίζα, ο παλιός γνώριμος εαυτός. Περίμενα στο είδωλό μου να δω κάτι μεγάλο, μια Παναγία, έναν υπεράνθρωπο, τον Hulk, μια μάνα. Μια μάνα σαν και τη δική σου ή τη δική μου. Περίμενα να δω ένα βλέμμα αλλιώτικο, λες και πια όφειλα να το έχω. Αλλά αντί για τη μάνα που ξέρεις και ξέρω, αντί για τη μάνα που πόνεσε και άγιασε, τη μάνα με τη σοφία στο βλέμμα, στέκομαι εγώ, εκεί, στη γυάλινη πλευρά του καθρέφτη. Μοιάζω με κόρη μάλλον, όχι με μάνα. Όχι, δε μικροδείχνω, ρυτίδες και σημάδια περισσότερα από ο,τι αντιστοιχούν στα χρόνια μου στολίζουν την απορία στο πρόσωπό μου. Αλλά συνειδητοποιώ πόσο μικρή είμαι μπροστά σε όσα συνέβησαν στην αίθουσα τοκετού με τον αριθμό 8. Πόσο μικρή είμαι απέναντι στο απόκοσμο μελανιασμένο ανθρωπάκι που μόλις είδα να βγαίνει με μια σιδερένια βεντούζα από μέσα μου. Πόσο μικρή είμαι μπροστά στη ζωή και στον ίδιο τον εαυτό, το δικό μου ή το δικό σου, που έχει την ιδιότητα να γίνεται η Παναγιά ή ο Hulk και να πολεμά για τα ιερά του.
Στέκομαι λίγο ακόμα παλεύοντας να συνειδητοποιήσω τι έχει συμβεί. Ένας άνθρωπος παραπάνω είναι ορατός στο δωμάτιο. Κι εγώ είμαι η μάνα του και έχω την ευθύνη της ζωής του. Οι μάνες που ξέρω οφείλουν να ξέρουν. Σαν τη μαμά μου, την ψάχνω μέσα στο βλέμμα μου το χαμένο. Μαμά, είσαι εκεί? Πώς θα τα βγάλω πέρα χωρίς εσένα στο βλέμμα μου; Εγώ δεν ξέρω, είναι πολλά αυτά για τα οποία δεν έχω ιδέα.
Πώς θα βγω από το καμαρίνι αυτό στη σκηνή της ζωής; Η αυλαία άνοιξε, τα φώτα άναψαν κι εγώ στο ρόλο της μάνας. Σε ένα έργο κλασικό, χιλιοπαιγμένο από σταρ σπουδαίες και σταρλετίτσες ταπεινές. Δεν ξέρω τα λόγια μου και τον σκηνοθέτη δεν τον ακούω. Το κοστούμι μου κεντημένο με ανωριμότητα, συμπλέγματα, φόβους. Νικόλα, σου’ ρχομαι. Έλα να στήσουμε μια παράσταση ζωής, έναν αυτοσχεδιασμό όπως εσύ, εγώ κι ο μπαμπάς λαχταράμε, όπως μπορούμε και αντέχουμε. Είμαι η μαμά σου και δεν ξέρω.
Βγαίνω.