Ο Κήπος των Επίγειων Απολαύσεων
2011. Το τελευταίο πρωί στη Μαδρίτη ξυπνήσαμε νωρίτερα απ’ ό,τι έπρεπε και, κάνοντας αγώνα δρόμου, τρέξαμε στο Πράντο.
Οκτώ μέρες είχαμε ήδη μείνει στη Μαδρίτη και κάθε μέρα λέγαμε πως θα πηγαίναμε στο Πράντο, τη μία όμως είχε πολύ ήλιο και γιατί να κλειστούμε σ’ ένα μουσείο, την άλλη έβρεχε πολύ και πώς να πηγαίνουμε τώρα, την τρίτη χάσαμε το δωρεάν ωράριο, τη μέρα πριν να φύγουμε ήταν κλειστό.
Έτσι ο κλήρος έπεσε στο τελευταίο πρωί. Αν θέλαμε να πάμε, έπρεπε να ξυπνήσουμε απ’ τα άγρια χαράματα και, κουβαλώντας την πραμάτεια μας, να ζήσουμε μια στενά χρονομετρημένη περιπέτεια.
Ξέραμε πως το Πράντο ήταν γεμάτο με καλή τέχνη, πίνακες των σπουδαίων δασκάλων (πράγματα που θεωρώ κάπως βαρετά). Όμως ο λόγος της αγχωτικής επίσκεψής μας ήταν ένας και μοναδικός: να βρούμε την αίθουσα 56:Α, να πάμε δηλαδή εκεί που βρίσκεται το τρίπτυχο του Ιερώνυμου Μπος “The Garden of Earthly Delights”.
Όταν βιάζεσαι και φοβάσαι ότι θα χάσεις το αεροπλάνο και τα φυλλάδια με οδηγίες στα αγγλικά έχουν εξαντληθεί (αν υπήρξαν ποτέ!) και οι φύλακες δεν βοηθούν καθόλου,και το 56 το βρίσκεις, το 56:Β το βρίσκεις άλλα το 56:Α που ψάχνεις είναι αναγκαστικά χωμένο κάπου και δε συνορεύει ούτε με το 55 ούτε με το 57, τότε λοιπόν το μόνο που σε νοιάζει είναι να τρέξεις και να σπρώξεις άλλους αγουροξυπνημένους επισκέπτες που άγνωστο γιατί ήθελαν να πάνε στο Πράντο στις 9 το πρωί.
Έτσι όπως τα είχαμε χρονομετρήσει, μπορούσαμε να διαθέσουμε πέντε περίπου λεπτά στο μουσείο, πριν φύγουμε τρέχοντας για να πάρουμε το μετρό για αεροδρόμιο. Και τα τέσσερα απ’ τα πέντε λεπτά είχαν περάσει στους δαιδαλώδεις διαδρόμους και στα δωμάτια με την εκνευριστικά μπερδεμένη αρίθμηση. Οι θυσίες που είχαμε κάνει (κυρίως το πρωινό ξύπνημα, που όπως δήλωσε κάποιος πρόσφατα είναι η μάστιγα του αιώνα) μας έκαναν να επιμείνουμε και να δικαιωθούμε.
Ο Κήπος του Μπος είναι ένας πίνακας τόσο πυκνός που κοντεύει να σε τρελάνει. Παντού γίνεται κάτι και πόσο φαίνεται αυτό όταν τον κοιτάς μεγάλο και επιβλητικό – κρεμασμένο σ’ έναν ολόκληρο τοίχο! Όσες φορές κι αν είχα δει αυτό το αριστούργημα σε αντίγραφα, όσο κι αν είχα προσπαθήσει να εντοπίσω και να μελετήσω τις λεπτομέρειές του, τίποτα δεν με είχε προετοιμάσει για αυτό.
Τα μάτια μου έκαναν βιαστικά ζιγκ ζαγκ στον τεράστιο πίνακα, προσπάθησα να ρουφήξω όσες περισσότερες λεπτομέρειες μπορούσα, προσπάθησα να βιώσω την αφήγηση από αριστερά προς τα δεξιά, απόρησα άλλη μια φορά με την εξωπραγματική φαντασία ενός ζωγράφου που είχε γεννηθεί το 1450 (και που ακόμα και σήμερα δεν ξέρουμε αν έπαιρνε ναρκωτικά και τι, αν ήταν παρανοϊκός, ή στην τελική πώς εμφανίστηκαν αυτές οι εικόνες στο μυαλό του).
Μέχρι να τελειώσει το ένα λεπτό που μπορούσαμε να διαθέσουμε, κι ενώ οι λέξεις ‘μαγικά μανιτάρια’ κουδούνιζαν στο μυαλό μου, χάθηκα για λίγο στις αλλόκοτες εικόνες…
Και μετά, το λεπτό τελείωσε (περιέργως μου φάνηκε πως κράτησε πολύ περισσότερο), τρέξαμε αριστερά-δεξιά ψάχνοντας την έξοδο, πέσαμε πάνω στο μαγαζάκι και αρπάξαμε ότι σχετικό βρήκαμε πρόχειρο -μεγεθυντικούς φακούς, σελιδοδείκτες, μαγνητάκια ψυγείου, καρτ ποστάλ με λεπτομέρειες του Κήπου- και πληρώσαμε κοιτώντας το ρολόι.
Και κρατώντας στα χέρια τα αναμνηστικά (και στα μάτια το μετείκασμα) ακολουθήσαμε τρέχοντας τα βέλη εξόδου, μπλεχτήκαμε στην πόρτα, ζητήσαμε συγνώμη από μια κυρία που ρίξαμε στο πάτωμα και ορμήξαμε έξω, στο πρωινό φως, ξανά, μαζί, χορτάτοι…
*ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
ΚΟΥΙΖ: Σου δείχνουμε άλλα 20 σπουδαία έργα τέχνης. Μπορείς να βρεις το δημιουργό;