σε , , ,

Ποιος σκότωσε αυτήν την οικογένεια; Η ανεξιχνίαστη υπόθεση των Gruber

Οι αστυνομικοί που θα καταφτάσουν στον χώρο θα έρθουν αντιμέτωποι με σκηνές που θα έκαναν τον κάθε ερευνητή να εξοργιστεί

hk1

Η εβδομαδιαία στήλη «Καρτ ποστάλ θανάτου» θέλει να εξετάσει λιγότερο γνωστές ανεξιχνίαστες υποθέσεις ανά τον κόσμο όπου πάντα υπάρχει έστω ένα θύμα (δείτε εδώ την πρώτη ιστορία). Τι αντίκρισαν οι αστυνομικοί; Τι ρόλο έπαιζε η οικογένεια του θύματος; Γιατί δεν έχει αποδοθεί ακόμα δικαιοσύνη; Ποιος τελικά σκότωσε το θύμα;

20729197 1406760216082994 167109169711390253 n

Τις απαντήσεις σ’ αυτά τα ερωτήματα προσπαθεί να δώσει ο Βαγγέλης Γιαννίσης, συγγραφέας της σειράς αστυνομικών μυθιστορημάτων με τον επιθεωρητή Άντερς Οικονομίδη (κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Διόπτρα) και περήφανος γατομπαμπάς του Jax. (Γνωρίστε καλύτερα τον Βαγγέλη εδώ)

Υπόθεση #3 – Οι φόνοι στη φάρμα

Groebern, Βαυαρία, 1922

Η φάρμα Hinterkaifeck βρίσκεται κρυμμένη μέσα στις ορεινές, δασώδεις εκτάσεις της Βαυαρίας, μόλις εβδομήντα χιλιόμετρα μακριά από το Μόναχο. Είναι η τελευταία ημέρα του Μάρτη και η περιοχή ετοιμάζεται να υποδεχθεί την άνοιξη, τινάζοντας τον μανδύα του χιονιού που την κάλυπτε τους τελευταίους μήνες. Μία γυναικεία φιγούρα κινείται μέσα στο λασπώδες έδαφος, με κατεύθυνση την απομονωμένη φάρμα.

hk2
Η οικογένεια

Περνώντας από το γειτονικό χωριό Kaifeck, σίγουρα είχε ακούσει τις φήμες για την οικογένεια που έμενε στην αγροικία και μόλις την είχε προσλάβει ως τη οικονόμο. Ο πάτερ-φαμίλιας Andreas Gruber ήταν, σύμφωνα με τους ντόπιους, ένας δύστροπος άνθρωπος, ο οποίος αρεσκόταν στην απομόνωση και απέφευγε τις πολλές επαφές με τους συγχωριανούς του. Ήταν παντρεμένος με την εβδομηνταδυάχρονη Cäzilia, η οποία ήταν εννιά χρόνια μεγαλύτερή του. Μαζί είχαν μία μοναχοκόρη, τη Viktoria, η οποία οχτώ χρόνια νωρίτερα είχε μείνει χήρα. Ο σύζυγός της ήταν ένας από τους χιλιάδες Γερμανούς οι οποίοι δεν γύρισαν ποτέ από τα χαρακώματα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Την οικογένεια συμπληρώνουν τα δύο παιδιά της Viktoria, η εφτάχρονη Cäzilia, η οποία πήρε το όνομα της γιαγιάς της και ο δίχρονος Josef.

Οι ψίθυροι για τους Gruber ακούγονταν πολύ πριν γεννηθεί ο μικρός Josef, του οποίου ο πατέρας είχε εξαφανιστεί στο ανατολικό μέτωπο και αφορούσαν τη σχέση που διατηρούσε ο Andreas με την κόρη του, Viktoria. Το 1915 πατέρας και κόρη καταδικάστηκαν με ποινές ενός χρόνου κι ενός μήνα αντίστοιχα για διατήρηση αιμομικτικών σχέσεων κατά τα έτη 1907 μέχρι 1910. Ενώ αρκετοί χωριανοί πίστευαν πως η σχέση αυτή ήταν συναινετική, η Viktoria είχε αναφέρει αρκετά χρόνια νωρίτερα σε φίλες της ότι ο πατέρας της συνήθιζε να την κακοποιεί. Από τη βία του Andreas δεν είχε ξεφύγει ούτε η γυναίκα του, Cäzilia.

Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε με σιγουριά τι από τα παραπάνω ήξερε η Maria Baumgartner όταν αποδέχτηκε τη θέση εργασίας στην αγροικία των Gruber. Δεν ξέρουμε αν είχε ακούσει τις φήμες που είχαν διαδοθεί από την προηγούμενη οικιακή βοηθό, πως η φάρμα ήταν στοιχειωμένη, ή αν εκείνο το πρωί, όταν ο ξενυχτισμένος και φανερά κουρασμένος Andreas Gruber την καλωσόρισε, της ανέφερε για τα μυστηριώδη γεγονότα που είχαν προηγηθεί το προηγούμενο βράδυ. Γνωρίζουμε, ωστόσο, ότι η πρώτη μέρα της Maria στην αγροικία Hinterkaifeck έμελλε να είναι η τελευταία της ζωής της.

Περνούν τέσσερις μέρες. Οι Gruber δεν εμφανίζονται στην εκκλησία και τα πρώτα φρύδια αρχίζουν και σηκώνονται. Η μικρή Cäzilia απουσιάζει για δύο συνεχόμενες ημέρες από το σχολείο και στο ταχυδρομείο η αλληλογραφία της οικογένειας παραμένει στα αζήτητα. Όταν, ωστόσο, ένας μάστορας επιστρέφει από την αγροικία αναφέροντας πως το σπίτι ήταν κλειδωμένο, κάτι ασυνήθιστο για εκείνη την εποχή κι εκείνη την εποχή, ενώ δεν βρήκε κανέναν από την οικογένεια, οι γείτονες αποφασίζουν να επισκεφτούν τη φάρμα Hinterkaifeck.

hk3
Τα σώματα στον αχυρώνα, αφού τα μετακίνησε ο Schlittenbauer

Φτάνοντας στον χώρο, η ομάδα γίνεται υποδεκτή από μία απόκοσμη ησυχία, την οποία διέκοπταν μονάχα τα γαβγίσματα του σκύλου της οικογένειας, ο οποίος ήταν δεμένος σε έναν πάσσαλο, κοντά στην πίσω πόρτα του σπιτιού. Θα βρουν τις δύο πόρτες της αγροικίας κλειδωμένες. Η πόρτα του αχυρώνα, ωστόσο, είναι ανοιχτή. Μέσα στο ξύλινο κτίσμα βρίσκονται τέσσερα πτώματα, στοιβαγμένα το ένα πάνω στο άλλο. Είναι ο Andreas, η γυναίκα του, Cäzilia, η Viktoria και η μικρή Cäzilia. Το αίμα που είχε δραπετεύσει από τις πληγές στα κεφάλια τους είχε πήξει γύρω τους, σχηματίζοντας μία καφετιά λίμνη, ενώ όποιος τους σκότωσε φρόντισε μετέπειτα να καλύψει τα σώματά τους με σανό. Οι άντρες που ανακάλυψαν τα άψυχα κορμιά περνούν μερικές στιγμές αμίλητοι. Κάποιος θα κάνει μεταβολή προς την αντίθετη κατεύθυνση και θα τρέξει για να αδειάσει το περιεχόμενο του στομαχιού του στο λασπωμένο έδαφος. Ο Lorenz Schlittenbauer, ο πιο κοντινός γείτονας των Gruber, θα πλησιάσει τον σωρό με τα πτώματα και θα αρχίσει να τα μετακινεί. Μερικές στιγμές αργότερα, θα πεταχτεί και θα τρέξει μέχρι την αγροικία. Με τη βοήθεια των υπολοίπων θα παραβιάσει την πόρτα και η ομάδα των γειτόνων θα μπει στο σπίτι. Εκεί, θα ανακαλύψουν άλλα δύο πτώματα· τον μικρό Josef στην κούνια του, καλυμμένο με ένα φουστάνι της μητέρας του και τη Maria, την οικονόμο, στο δωμάτιό της. Ένα σεντόνι καλύπτει το κορμί της.

hk4
Το δωμάτιο στο οποίο βρέθηκε η Maria Baumgartner

Οι αστυνομικοί που θα καταφτάσουν στον χώρο θα έρθουν αντιμέτωποι με σκηνές που θα έκαναν τον κάθε ερευνητή να εξοργιστεί: περίεργοι γείτονες είχαν έρθει για να δουν τη σκηνή του εγκλήματος, αλλοιώνοντας πιθανότατα σημαντικά στοιχεία, ενώ ένας από τους γείτονες, ο οποίος είχε την ευθύνη να περιμένει τους αστυνομικούς στο σπίτι, είχε κάνει ένα μικρό τσιμπούσι στην κουζίνα των Gruber. Από την εξέταση, οι ερευνητές θα συμπεράνουν πως ο δράστης χρησιμοποίησε μία αξίνα, με την οποία συνέτριψε τα κεφάλια των θυμάτων του, τη νύχτα της 31ης Μαρτίου 1922. Δεν είναι γνωστό πώς ο δράστης κατάφερε να παρασύρει τα θύματα στον αχυρώνα, ούτε η ακριβής σειρά με την οποία αυτά πέθαναν -με εξαίρεση το τελευταίο. Μία λεπτομέρεια προδίδει πως η μικρή Cäzilia ήταν εκείνη που πέθανε κατά πάσα πιθανότητα τελευταία: στα σφιγμένα χέρια της βρέθηκαν τούφες από τα μαλλιά της.

Οι ερευνητές από το Μόναχο γρήγορα θα καταλάβουν πως το κακό που πέρασε από το Hinterkaifeck είχε στοιχειώσει την αγροικία μέρες, ίσως και μήνες νωρίτερα. Η πρώην οικονόμος των Gruber θα μιλήσει για στοιχειά που έμεναν στη σοφίτα της αγροικίας και ψιθύριζαν τα βράδια και θα υποστηρίξει πως αυτός ήταν και ο λόγος για τον οποίο παραιτήθηκε από τη θέση της. Γείτονες οι οποίοι είχαν μιλήσει με τον Andreas Gruber πριν τη δολοφονία θα θυμηθούν πως ο πατέρας της οικογένειας είχε αναφέρει πως στα μέσα του Μάρτη, έπειτα από μία χιονοθύελλα, είχε ανακαλύψει ίχνη στο χιόνι, τα οποία έρχονταν από το δάσος με κατεύθυνση τη φάρμα -και σταματούσαν εκεί, δίχως να γυρίζουν πίσω. Φοβούμενος πως κάποιος κλέφτης είχε μπει στο σπίτι, ο Gruber έψαξε για σημάδια διάρρηξης, δίχως ωστόσο να ανακαλύψει κάτι. Το ίδιο βράδυ θα ξυπνούσε από τον ήχο βημάτων. Κάποιος βρισκόταν στη σοφίτα. Πιθανότατα ο Andreas να θυμήθηκε τους ισχυρισμούς της οικονόμου για φαντάσματα στη σοφίτα, τους οποίους είχε αποδώσει στη ζωηρή φαντασία και τη δεισιδαιμονία της γυναίκας. Ανέβηκε κι έλεγξε τον χώρο, δίχως να βρει κανέναν. Στις 30 Μαρτίου, το βράδυ πριν τη δολοφονία, τα κλειδιά του σπιτιού των Gruber εξαφανίστηκαν, ενώ σημάδια πάνω στην κλειδαριά μίας αποθήκης μαρτυρούσαν πως κάποιος είχε προσπαθήσει να τη διαρρήξει. Λίγες ώρες αργότερα, για κάποιον ανεξήγητο λόγο, η Viktoria θα έφευγε από το σπίτι μέσα στη νύχτα. Οι υπόλοιποι, όπως εξήγησε την επόμενη μέρα η μικρή Cäzilia στη δασκάλα της, έψαχναν όλο το βράδυ τη μητέρα της. Θα την έβρισκαν προτού ξημερώσει -και μαζί της μία εφημερίδα, η οποία δεν ανήκε σε κανένα μέλος της οικογένειας. Τι ρόλο έπαιξαν όλα αυτά στη μοίρα των Gruber, πιθανότατα δεν θα μάθουμε ποτέ.

Στη σοφίτα της αγροικίας οι ερευνητές θα ανακαλύψουν ίχνη ανθρώπινης παρουσίας: αποφάγια και περιττώματα. Παρόλο που η οικογένεια ήταν εύπορη -και ήταν άγνωστο πώς ο Andreas Gruber είχε καταφέρει να χτίσει την περιουσία του σε μία κατεστραμμένη από τον πόλεμο Γερμανία- και στο σπίτι τους φυλούσαν χρυσά νομίσματα και πολύτιμα κοσμήματα, μονάχα μερικά χαρτονομίσματα είχαν κλαπεί. Ήταν φανερό πως όποιος σκότωσε τους έξι δεν είχε κίνητρα οικονομικά. Επίσης, ο δράστης παρέμεινε στο Hinterkaifeck και μετά τη δολοφονία, σύμφωνα με τις μαρτυρίες των γειτόνων που είδαν καπνό να βγαίνει από την καμινάδα, αλλά και στοιχεία που έδειχναν πως είχε φροντίσει τα ζώα της οικογένειας. Το προφίλ που σχηματίζεται φωτογραφίζει ένα άτομο συνηθισμένο στην αγροτική ζωή, κρίνοντας από την επιδεξιότητα με την οποία χρησιμοποίησε την αξίνα πάνω στα έξι θύματα και τη φροντίδα των ζώων.

Τους επόμενους μήνες θα εμφανιστούν διάφορες θεωρίες, άλλες λιγότερο κι άλλες περισσότερο πειστικές. Σύμφωνα με μία από αυτές, ο Karl Gabriel, ο σύζυγος της Viktoria δεν πέθανε στο ανατολικό μέτωπο, αλλά επέστρεψε τέσσερα χρόνια μετά τη λήξη του πολέμου στο Hinterkaifeck για να σκοτώσει την οικογένειά του. Αυτό, βέβαια, διαψεύδεται από τους συντρόφους του Gabriel, οι οποίοι ήταν αυτόπτεις μάρτυρες του θανάτου του από οβίδα. Μερικά χρόνια αργότερα, μία γυναίκα θα κατηγορήσει στο νεκροκρέβατο τα αδέρφια της, Adolf και Anton Gump για τη δολοφονία στη φάρμα. Η αστυνομία θα ερευνήσει για σχεδόν είκοσι χρόνια τα αδέρφια, δίχως να βρει κάποιο ενοχοποιητικό στοιχείο, πέρα από την μαρτυρία της γυναίκας, η οποία ήταν γνωστή στην τοπική κοινωνία ως μυθομανής. Η πιο πιθανή, αλλά μέχρι σήμερα ανεπιβεβαίωτη, θεωρία είναι αυτή που ρίχνει την ευθύνη στον Lorenz Schlittenbauer, τον γείτονα των Gruber.

Ο Schlittenbauer ήταν ένας χήρος, ο οποίος είχε συνάψει ερωτική σχέση με τη Viktoria και υποστήριζε πως ο μικρός Josef ήταν δικό του παιδί -μάλιστα της πλήρωνε διατροφή. Σύμφωνα με την κατάθεση που έδωσε στην αστυνομία, επιθυμία του ήταν να παντρευτεί τη Viktoria, ωστόσο ο Andreas είχε σταθεί εμπόδιο στον γάμο. Ο Lorenz Schlittenbauer, βέβαια, ήταν εκείνος που είχε ξεκινήσει τη διάδοση της φήμης πως ο Andreas Gruber ήταν ο πραγματικός πατέρας του Josef. Επιπλέον, η Viktoria τον είχε ενημερώσει μερικές ημέρες πριν τη δολοφονία της πως σκόπευε να τον μηνύσει, ώστε να διεκδικήσει από αυτόν περισσότερα χρήματα διατροφής. Ένα ακόμη στοιχείο που ‘δείχνει’ προς την κατεύθυνση της ενοχής του Schlittenbauer ήταν η αλλοίωση της σκηνής του εγκλήματος. Όταν οι αστυνομικοί τον ρώτησαν για ποιο λόγο μετακίνησε τα πτώματα στον αχυρώνα, εκείνος απάντησε πως έψαχνε ανάμεσά τους για τον Josef, τον γιο του. Και πάλι, ωστόσο, δεν βρέθηκαν ικανοποιητικά στοιχεία εναντίον του.

hk5
Τα φέρετρα των Gruber πριν την ταφή τους

Ο αδερφός του Andreas Gruber κληρονόμησε τη φάρμα, την οποία πούλησε έπειτα από ένα χρόνο στον πεθερό της Viktoria. Εκείνος φρόντισε να κατεδαφίσει τη φάρμα. Στα ερείπιά της βρέθηκε η αξίνα με την οποία τον Μάρτιο του 1922 δολοφονήθηκαν έξι άνθρωποι στο Hinterkaifeck. Ένας γείτονας, ο George Siegl την αναγνώρισε· ο ίδιος ο Andreas Gruber την είχε κατασκευάσει. Τα σώματα των Andreas, Cäzilia, Viktoria, Cäzilia, Josef και Maria θάφτηκαν ακέφαλα. Ήταν κοινή πρακτική της γερμανικής αστυνομίας εκείνη την εποχή να αποκεφαλίζει τα σώματα των οποίων ο δολοφόνος δεν είχε συλληφθεί μέχρι την ταφή τους, καθώς σύμφωνα με μία δημοφιλή αντίληψη, τα περισσότερα στοιχεία για μία δολοφονία κρύβονταν στο κεφάλι. Τα κρανία στάλθηκαν στο Μόναχο, ωστόσο χάθηκαν στη διάρκεια των βομβαρδισμών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Στη θέση της αγροικίας Hinterkaifeck σήμερα βρίσκεται ένα εικονοστάσι, το οποίο υπενθυμίζει το κακό που πέρασε από την περιοχή το βράδυ της 31ης Μαρτίου 1922.

hk6
Το μνημείο στη θέση της φάρμας

*Διαβάστε επίσης

Ποιος δολοφόνησε αυτά τα αγόρια; Η ανεξιχνίαστη υπόθεση των βατραχόπαιδων

Ακολουθήστε τα Μικροπράγματα στο Google News, για άρθρα και κουίζ που θα σας φτιάχνουν τη μερα.
1 Comment
παλαιότερα
νεότερα δημοφιλέστερα
Ενσωματωμένα σχόλια
Δείτε όλα τα σχόλια
Voulis
Voulis
5 χρόνια πριν

Du bist da Lorenz?!

Τα Μικροπράγματα στο inbox σου!