Μενού

Μια οικογένεια Μουσουλμάνων μετακόμισε στη γειτονιά, όμως έκανε κάτι έξυπνο και εντελώς ασυνήθιστο

Η αληθινή ιστορία της συντηρητικής γειτονιάς που τελικά ύψωσε το ανάστημά της για τους σωστούς λόγους

Μουσουλμάνοι

Φωτο αρχείου: sadatgirls/instagram

ΑΠΟ ΤΟΝ HARLAN

*Αφιερωμένο στον Ramon Ramone, μαζί με τα συγχαρητήρια μου για το προηγούμενο κείμενό του.

Τόπος: Γερμανία, μικρή πόλη, μικροαστική γειτονιά. Χρόνος: πρόσφατα.

Μια οικογένεια μουσουλμάνων έχει φτάσει στην γειτονιά, με προσωρινή άδεια παραμονής. Πέρασαν πρώτα από το στάδιο του “λαθρομετανάστη” (έτσι τους βαφτίζουν οι ακροδεξιοί, επειδή στην αρχή δεν έχουν χαρτιά και θεωρούνται παράνομοι). Κάποια στιγμή τους τσίμπησαν οι γερμανικές αρχές και τους έδωσαν μια προσωρινή άδεια παραμονής, μέχρι να αποφασίσουν τι θα τους κάνουν.

Προσωρινή άδεια παραμονής σημαίνει ότι δεν επιτρέπεται να δουλέψεις. Αρα δεν μπορείς να συντηρήσεις τον εαυτό σου. Το γερμανικό κράτος σου παρέχει δωρεάν ένα (φτωχικό) σπίτι, έπιπλα, ρούχα, υγειονομική περίθαλψη, σχολείο για τα παιδιά και ένα μικροποσό σε μετρητά για φαγητό. Οι κρατικές υπηρεσίες λειτουργούν πυρετωδώς, εξετάζοντας την περίπτωση σου. Δεν ξέρεις πότε θα τελειώσουν, δεν ξέρεις τι απόφαση θα βγάλουν. Όσο η υπόθεση σου εκκρεμεί, έχεις αυτά που αναφέρω πιο πάνω.

Αν η αίτηση σου απαντηθεί θετικά, μετακομίζεις σε άλλο σπίτι και έχεις το καθεστώς μετανάστη – μπορείς να αναζητήσεις δουλειά. Αν η αίτηση απαντηθεί αρνητικά, σε διώχνουν από την χώρα. Συνήθως έρχονται κάτι γομάρια ΜΑΤατζήδες σιτς 6 το πρωϊ και σε παίρνουν σηκωτό και χωρίς κουβέντα για το κοντινότερο αεροδρόμιο. Σε βάζουν στο αεροπλάνο για την πατρίδα σου (ή για άλλες χώρες όπως η Ελλάδα) και έφυγες. Επειδή δεν μπορείς να ξέρεις τι θα αποφασίσουν και πότε, κοιμάσαι πάντα με το ένα μάτι ανοιχτό και κολλημένο στην πόρτα.

Δεν υποφέρεις, αφού έχεις τα βασικά (σπίτι, θέρμανση, ρούχα, φαγητό, υγειονομική περίθαλψη, τα παιδιά σου σε γερμανικό σχολείο). Απλά αυτό το μεταβατικό στάδιο μπορεί να κρατήσει 1 βδομάδα, ή έναν μήνα ή 3 χρόνια – ανάλογα με το πόσο γρήγορα δουλεύει η κρατική υπηρεσία. Και μπορεί να τελειώσει μέσα σε δευτερόλεπτα.

Η συγκεκριμένη οικογένεια ήταν πολυμελής, όπως είναι συνήθως οι μουσουλμάνοι. Το μικρότερο κοριτσάκι 5 χρονών, ο μεγαλύτερος γιος 15.

Η γειτονιά μικροαστοί, συντηρητικοί Γερμανοί. Με όλες τις προκαταλήψεις, με όλην την δυσπιστία και την εχθρότητα απέναντι σε ξένους. Τα παιδιά στο σχολείο με τις γνωστές δυσκολίες προσαρμογής, μέσα στην αρχική εχθρότητα των συμμαθητών τους. Τα επεισόδια σαν αυτό που περιγράφει ο Ramon Ramone μπόλικα. Μερικά ήταν και πιο βίαια, πιο προσβλητικά, πιο απάνθρωπα.

Μόνο που αυτοί οι μετανάστες γονείς – αν και αμόρφωτοι, “του δημοτικού” στην πατρίδα τους – έκαναν κάτι πολύ έξυπνο και εντελώς ασυνήθιστο: Αποφάσισαν να μην κρυφτούν γι’ αυτό που είναι. Αποφάσισαν να (απο)δείξουν την αξία τους. Αντί να κρυφτούν σε ένα γκέτο με τους συντοπίτες τους, περιμένοντας την μοίρα τους, βγήκαν “έξω” – στην ξενοφοβική, κλειστή γερμανική μικροαστική κοινωνία.

Ο πατέρας πήγαινε με ένα (δανεικό) σκουριασμένο ποδήλατο κάθε μέρα σε ένα σχολείο να μάθει γερμανικά. Κάθε μέρα 30 χιλιόμετρα είτε με λιακάδα είτε με βροχή είτε με χιόνι και στους μείον 10. Τα παιδιά μάθαιναν την γλώσσα έτσι κι αλλιώς στο σχολείο. Ο ένας γιός μπήκε στην μπάντα του σχολείου. Ο άλλος γιός στην ποδοσφαιρική ομάδα της γειτονιάς. Ο πατέρας στον ελεύθερο χρόνο του (δεν είχε δικαίωμα να δουλέψει είπαμε) ξεχορτάριαζε σε εθελοντική βάση τα παρτέρια του δρόμου και έστρωνε την άμμο στην παιδική χαρά της γειτονιάς. Επιδιόρθωσε και μερικές από τις παιδικές κούνιες που είχαν ξεχαρβαλωθεί – μαραγκός γαρ στην χώρα του. Η μάνα της οικογένειας βοηθούσε τις γριές της γειτονιάς στα ψώνια. Όλα αυτά χωρίς να ζητήσουν – ή να πάρουν – έστω και ένα ευρώ.

Πούλησαν την κουλτούρα τους; Οι ίδιοι λένε πως όχι και τους πιστεύω. Ποτέ και πουθενά δεν έκρυψαν ότι είναι μουσουλμάνοι. Ισα ίσα που στο ραμαζάνι καλούσαν τους γερμανούς γείτονες για κοινό τσιμπούσι με φαγητά από την δική τους κουζίνα. Ποτέ και πουθενά δεν έσκυψαν το κεφάλι σε κανέναν γερμανό. Ποτέ και πουθενά δεν απαρνήθηκαν ούτε την χώρα που τους γέννησε, ούτε την θρησκεία τους ούτε τις συνήθειες τους. Ποτέ και πουθενά δεν έβαλε κάποιος θέμα στο να αλλάξουν αυτό που είναι. Δεν κρύφτηκαν, όλοι στην γειτονιά ήξεραν ποιοί είναι. Απλά θέλησαν να κάνουν κάτι χρήσιμο για την χώρα που τους φιλοξενούσε – έστω σε προσωρινή φιλοξενία.

Κάποτε, ένα πρωινό, αναπάντεχα, ήρθαν τα γομάρια των γερμανικών ΜΑΤ. Η αίτηση της οικογένειας είχε απορριφθεί και έπρεπε να γυρίσουν στην πατρίδα τους.

Μόνο που εκείνο το πρωινό έγινε κάτι παράξενο: Όλη η γειτονιά ξεσηκώθηκε στο πόδι. Δεν ήταν πια “μαυριδεροί λαθρομετανάστες”, ήταν ο Χασάν, ο Μουράτ, η Χρυσή. Δικοί μας άνθρωποι. Και δεν είναι καθόλου αυτονόητο για έναν συντηρητικό Γερμανό μικροαστό να τα βάζει με τους νόμους της Γερμανίας. Σε αυτήν την χώρα, ο Νόμος έχει άλλη βαρύτητα.

Παρ’ όλα αυτά, είχαν βγει οι Γερμανίδες νοικοκυρές με τα φακιόλια και τα σκουπόξυλα και στέκονταν απέναντι στα (σαστισμένα) ΜΑΤ. Η μεταφορά στο αεροδρόμιο καθυστέρησε, σε λίγο άνοιξε το σχολείο και ξεσηκώθηκαν και οι μαθητές. Σε καμία περίπτωση δεν θα δέχονταν να φύγουν οι συμμαθητές τους.

Δεν υπήρξε βία, από καμία πλευρά. Αλλά τα ΜΑΤ έφυγαν άπραγα εκείνη την ημέρα. Έγιναν κάποιες αναφορές, το θέμα ξανακύλησε στις αρμόδιες υπηρεσίες. Οι οποίες δέχτηκαν πιέσεις των γειτόνων “διώχτε όποιον θέλετε, αλλά όχι αυτήν την οικογένεια”. Τελικά οι αρμόδιοι δημόσιοι υπάλληλοι – κάνοντας λάστιχο την γερμανική νομοθεσία – αναίρεσαν την προηγούμενη απόφαση τους και έκριναν την αίτηση θετικά. Δόθηκε δηλαδή μόνιμη άδεια παραμονής και άδεια εργασίας.

Η οικογένεια έμεινε στην γειτονιά, μετακόμισε σε μεγαλύτερο σπίτι. Ο πατέρας βρήκε αμέσως καλή δουλειά, αλλά συνεχίζει να ξεχορταριάζει τα κράσπεδα του δρόμου. Τα παιδιά βγάζουν τις τάξεις του γερμανικού σχολείου με καλούς βαθμούς – παράλληλα βοηθάνε σε κοινωφελή projects. Οι νεαροί πήραν μια μικρή δημοσιότητα στα τοπικά ΜΜΕ (σαφώς και δεν είναι ο κανόνας αυτή η ιστορία). Τώρα πηγαίνουν σε συνομήλικους ομοεθνείς τους και παρουσιάζουν την ιστορία τους σαν success story. Και φυσικά συνεχίζουν να είναι μέλη της τοπικής μπάντας και της ποδοσφαιρικής ομάδας.

Υ.Γ. Λόγω της πολυπλοκότητας του θέματος, δεν θέλω να βγάλω απολύτως κανένα συμπέρασμα, ούτε ηθικό δίδαγμα από την παραπάνω ιστορία. Παραθέτω απλά μια ιστορία, ανάλογη με αυτήν που βίωσε ο Ramon Ramone. Ο δικός μου ρόλος σε αυτήν την – εντελώς ασυνήθιστη ξαναλέω – ιστορία ήταν αυτός του απλού μακρόθεν παρατηρητή, Δεν μένω εκεί, ξέρω όμως τους πρωταγωνιστές της ιστορίας προσωπικά.

Το τι πρέπει να γίνει στην Ελλάδα, ποιος έχει τσεπώσει τα κονδύλια της Ε.Ε., το ποιος φταίει, τι είναι σωστό και τι λάθος, ας το αποφασίσει ο καθένας για τον εαυτό του.

*ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Όλα ξεκίνησαν όταν κάποιος πέταξε από μπαλκόνι ένα μπουκαλάκι νερού σ’ έναν πιτσιρικά που περνούσε από κάτω..