σε , ,

Η άγνωστη ιστορία πίσω από το «Μακρύ Ζεϊμπέκικο Για Το Νίκο» που έγραψε ο Σαββόπουλος

Ο Μάνος Χατζιδάκις ως διευθυντής του Τρίτου Προγράμματος δίνει εντολή και το τραγούδι παίζεται καθημερινά στις 11 το πρωί

d sabbopoulos as me piasane koroido.w hr

Ήταν Φλεβάρης του 1973 όταν ο Νίκος Κοεμτζής από το Αιγίνιο της Πιερίας σκοτώνει τρεις ανθρώπους και τραυματίζει άλλους έξι σε νυχτερινό κέντρο και λίγο αργότερα καταδικάζεται σε θάνατο. Η ποινή μετατρέπεται σε ισόβια δεσμά και τελικά αποφυλακίζεται -πλήρως μεταμελημένος- με βούλευμα 23 χρόνια αργότερα. Πέντε χρόνια μετά, το 1978 δηλαδή, ο Διονύσης Σαββόπουλος θα κάνει την ιστορία του Κοεμτζή τραγούδι στο δίσκο του με τίτλο του «Ρεζέρβα»

Διονύσης Σαββόπουλος – Μακρύ Ζεϊμπέκικο Για Το Νίκο

Δίσκος: H Ρεζέρβα Στίχοι – Μουσική: Διονύσης Σαββόπουλος Το Φλεβάρη του 1973 ο Νίκος Κοεμτζής από το Αιγίνιο της Πιερίας, μικροκακοποιός με κάποια πολιτική δράση, σκοτώνει τρεις ανθρώπους και τραυματίζει άλλους έξι σε νυχτερινό κέντρο και λίγο αργότερα καταδικάζεται σε θάνατο. Η ποινή μετατρέπεται σε ισόβια δεσμά και τελικά αποφυλακίζεται -πλήρως μεταμελημένος- με βούλευμα 23 χρόνια αργότερα.

Το τραγούδι «Μακρύ Ζεϊμπέκικο για το Νίκο» θεωρείται μια από τις πιο κορυφαίες δουλειές στην καριέρα του Σαββόπουλου, όμως το θέμα το οποίο διαπραγματευόταν καθώς και η πολύ μεγάλη διάρκειά του (15 λεπτά περίπου) δεν έδωσαν την ευκαιρία στο τραγούδι να γίνει μια από τις πιο διαχρονικές επιτυχίες του δημιουργού του. Το τραγούδι γραμμένο καταλαμβάνει ούτε λίγο ούτε πολύ 90 στίχους –χωρίς να επαναλαμβάνεται ούτε ένας ως ρεφραίν. Τα ραδιόφωνα θεωρούν τη μεγάλη διάρκεια του τραγουδιού μη εμπορική και αρνούνται να το συμπεριλάβουν στο πρόγραμμα τους. Μόνο  Μάνος Χατζιδάκις, ως διευθυντής του Τρίτου Προγράμματος, δίνει εντολή και το τραγούδι παίζεται καθημερινά στις 11 το πρωί.

48390fd2ad2b7a93db8983acae124425 XL

Ο Σαββόπουλος κάνει κάτι που κανείς μέχρι τότε δεν είχε τολμήσει (εκτός από τον Bob Dylan, ο οποίος τέσσερα χρόνια πριν είχε γράψει το εξαιρετικό «Hurricane» με αντίστοιχο περίπου θέμα), παίρνει αφορμή δηλαδή από ένα περιστατικό του αστυνομικού δελτίου και συνθέτει ένα ψυχογράφημα. Κάθε στίχος είναι προσεκτικά διαλεγμένος και πουθενά ο δημιουργός δεν επαινεί τον δράστη για το απεχθές έγκλημα που διέπραξε.

Οι στίχοι του τραγουδιού

Λοιπόν μολύβι και χαρτί, η απόγνωση άνοιξε λαγούμι
Σκιές που χώθηκαν με λάμψεις μαχαιριού σε πιο στενό κελί
ψηλά με πέπλα αίματος Χλιμίντριζε η Σελήνη
Δεν έχει ελπίδα, ελευθερία δεν ζητά, αλλά δικαιοσύνη

Γεννήθηκε σ’ ένα λασπότοπο, κοντά στην Κατερίνη
Σκιές με λάμπες θυέλλης που γλιστρούν στου Άδη το πανί
Ο Νίκος ήταν ο πρωτότοκος, τον άλλον λέγαν Δημοσθένη
Βουβός δεσμός, εικόνα παιδική, σε άλλο χρόνο αναπλεγμένη

Ο γέρος του είχε κρυψώνα το βουνό απ’ το `45
Κι οι χωρικοί απ’ τον φόβο των Αρχών, μακραίναν κι απ’ τον γιο
Κι αυτός τους έβλεπε στρωμένους στην δουλειά και μέσα του άναβε η μανία
του στριμωγμένου ανάμεσα στο πλήθος και την Αστυνομία

Ώσπου μια μέρα χωρίς αποσκευή, τσουλώντας της τρύπας του την ρόδα
Κυλάει απ’ την Μακεδονία ως εδώ, κι ακόμα που θα βγει;
Θα τρέχει πάντα για το άστρο που δε φτάνει καμιά Αστυνομία
Για τους φυγάδες αυτός ο ουρανός είν’ η παρανομία
Νίκο, αγγίζω το στοιχείο σας
Νίκο, μες τον υπόκοσμο της γλώσσας
Δυο καταδίκες 6 χρόνια για κλοπή, τον είδα όταν βγήκε
Κρατούσε πλέον μιαν απόσταση απ’ την τρέλα, όχι για να σωθεί
Αλλά για να την σώσει αν με νοείς, να λόγου χάρη ήθελε γάμο
Και τότε τού `παν «έλα σε μάς για να προδώνεις» δε δέχθηκε στιγμή!

Κι απ’ την βαθειά των υπογείων τους την λύσσα, κατέφυγε στην επαρχία
Μα όπου κιαν πήγε, το σήμα είχε σταλεί, στην Σαλλονίκη τον τσακίσαν
Σχεδόν τρεκλίζοντας ξανά `ρθε στην Αθηνά, και τότε πιάσαν τη μνηστή του
Της είπαν λόγια, βοηθήσαν κι γονείς ώσπου διέκοψε μαζί του

Κι ωστόσο ζούσε τελείως σοβαρός, υπνοβατώντας σ’ ένα κράτος
Που θριαμβεύει με μιαν ατέλειωτη στριγκλιά «διαφυγή καμιά»
Κρατώντας μόνο μια κρυφήν αναπνοή, των μπουζουκτζίδικων το γκέτο
Βαθιά εικόνα, που η έκσταση εκεί, ακόμα λειτουργεί
«ν’ ακούω» έλεγε «τα λόγια, τη φωνή, και τ’ αδελφάκι μου υψωμένο
να το κοιτάω στον χορό του μοναχό, και κάτι να παθαίνω»
Νίκο, σκυλάδικο Σαββάτο
Νίκο, σπασίματα γεμάτο
Παραγγελιά, και περιμέναν καθισμένοι, και τα ηχεία το αναγγείλαν
Κι όλα τα όργανα συλλάβαν το σκοπό για το χορό του Δημοσθένη
Καθώς ανέβαινε, η πίστα ήταν γεμάτη, ακούστηκε να ουρλιάζει
Παραγγελία, γιατί το είδε το κακό με δρασκελιές να πλησιάζει

Η πίστα άδειασε, μονάχα δυο αστυνόμοι, χορεύαν, γυρνώντας του την πλάτη
τότε τους έσπρωξε ο μικρός με μια στριγκλιά «δικό μου το κομμάτι»
Τον ρίξαν κάτω σε γυαλιά κομματιασμένα, ξεφώνιζε όπως τον εσέρναν
Σαν ένα φιλμ ιλιγγιώδες η ζωής τους, του Νίκου έκαψε τα φρένα

Έξω απ’ την τρέλα δεν είχε κάτι να πιαστεί, γιατί του το `χαν διαλύσει
Κατρακυλάει στον προβολέα των σκοταδιών του, στην φρικαλέα ατραξιόν του
Με τόση βία που είναι αδύνατον να πω, τι έγινε εκεί κάτου
Το δράμα όλο συντελέστηκε θαρρώ, στον χώρο του αοράτου

Στον εαυτό του είπε «Νίκο, συγκρατήσου» τραβώντας κίολας το λεπίδι
Τον πρώτο που την έφαγε τον είδαν, με μια ταυτότητα να σκύβει
Σφαχτηκαν 3 μαχαίρωσε άλλους 6, φωνές, «ανοίχτε θα μας σφάξουν»
Τραβώντας έξω τον μικρό παραμιλούσε «εσένα δε θα σε πειράξουν»
Νίκο, σόι αλλοπαρμένο
Νίκο, τι έχεις καμωμένο;
Μετά κατέφυγε στο σπίτι ενός γνωστού, μα ένοιωσε ότι θα τον δώσουν
«θα φύγω» είπε «με μια βάρκα ν’ ανοιχτώ, φουρτούνες να με πνίξουν, ΝΑ!
Να τρελαθούνε, που Νίκο να γυρεύουν, και Νίκο να μην βρίσκουν»
Μα όπως βγήκε τους είδε σαν βαλέδες, ο ένας με τις χειροπέδες

Τον εκυκλώσαν και από τα γύρω μέρη, κρεμόταν η ζωή του
από ένα νήμα που δε θα `δινε σ’ αυτούς, και πέταξε μαχαίρι
Να αναγκαστούν να τον σκοτώσουν οι Αστυνόμοι, μα εκείνοι τού `ριχναν στα πόδια
Σερνόταν κι έβριζε ώσπου ένας ταβερνιάρης, του `δωσε μια με ένα καδρόνι

Η δίκη του έγινε τον άγριο Νοέμβρη, το ένιωθε άραγε κι εκείνος;
Ο Τύπος πάντως, τον πρόβαλε ανοιχτά σαν αιμοβόρο κτήνος
Τα ίδια λέγαν και πολλοί προοδευτικοί «παράξενο δεν ήταν»
Η σύμβασή τους διαισθάνθηκε σ’ αυτόν, μιαν άλλη απειλή

Τό `παν επίσης λαϊκοί ένα σωρό, στον συνεργάτη ενός εντύπου
Μα ο Μπιθικώτσης τον διώχνει και του λέει «που να σου εξηγώ»
Δεν είχε μάρτυρες εκτός τ’ αφεντικό και την νοικοκυρά του
Οι δικηγόροι λέγαν «ανώμαλη ψυχή, κοιτάξτε τα χαρτιά του»
Νίκο, χωριό συσκοτισμένων
Νίκο, ποίοι σ’ έχουν κυκλωμένο;
Ο ίδιος ξέγραψε απ’ αρχής τον εαυτό του, το είπε «πρέπει να πεθάνω»
Μπήκε στον κόπο δηλαδή τον δικαστών μα αυτοί δεν μπήκαν στον δικό του
Καθώς διηγώταν την ζωή του, θαρρούσα δε θ’ αντέξω
Η δική εξελισσόταν μέσα μα η δικαιοσύνη ήταν απ’ έξω

Στα γράμματά του από τη φυλακή, ο βίος δε διαφέρει
Ασφυκτιούσε σαν ζωο μυθικό, εδώ όσο κι εκεί
Μην είναι τάχα ένα ρίγος παραπέρα, που δείχνει απόσταση από το δράμα
και μεταφέρει σαν ιπτάμενο ένα θαύμα, της δικαιοσύνης την γαλέρα

Η τέχνη μου έζησε παράξενες στιγμές, και από δίκιο ξέρει
Τα κίνητρά του δεν ήταν ταπεινά, τον βλέπω σε αργές στροφές
Σαν μια Θεότητα που λύει τον πανικό της και διαστέλλεται ξεσπώντας
Στ’ ανυποψίαστα μπουλούκια του γλεντιού, που βιάζουν το άσυλό της

Η ουρά που αυξάνει φτύνοντάς τον ας λυσσάει, με τον ζουρλό μανδύα
και με τα ηλεκτροσόκ να τον κλονίσει, θα λάβει ότι της αξίζει
Στους λαβυρίνθους του εφιάλτη οδηγημένη, αιώνια, δίχως σωτηρία
Στην τακτική δουλεία του δικαστή, που δεν καταλαβαίνει
Νίκο, ποτέ δε θά `ναι έτσι
Νίκο, είν’ η αρρώστια που μας σώζει
Καθώς σε φέρνει πιο μακριά κι απ’ το κελί σου
Νίκο, στον ουρανό της μουσικής σου

Το 1990 ο Σαββόπουλος ξαναηχογράφησε «Το Μακρύ Ζεϊμπέκικο για τον Νίκο» μαζί με την Λένα Πλάτωνος, την Νέννη Ζάππα, τον Βασίλη Χατζηνικολάου και τον Βασίλη Πιερρακέα για τον δίσκο του «Αναδρομή ΄63 – ‘89

Ακολουθήστε τα Μικροπράγματα στο Google News, για άρθρα και κουίζ που θα σας φτιάχνουν τη μερα.
0 Comments
Ενσωματωμένα σχόλια
Δείτε όλα τα σχόλια

Τα Μικροπράγματα στο inbox σου!