σε ,

Για τον πατέρα μου που “έφυγε” τέτοιες μέρες πριν τέσσερα χρόνια

Περίεργες μέρες, μπαμπά

IMG 4764 1

Από τον Δ.Σ.

Σχεδόν κάθε πρωί, όταν μπαίνω στην κουζίνα, νομίζω πως θα σε βρω πάνω από το μάτι,
να φτιάχνεις τον μονό ελληνικό σου. Σε βλέπω να τον σερβίρεις ευλαβικά στο αγαπημένο σου φλιτζάνι, εκείνο που σου είχα πάρει κάποτε δώρο, σε μια σχολική εκδρομή. Να μου εξηγείς ξανά, ποιο είναι το μυστικό για το σωστό καϊμάκι. Παρατηρώ το χέρι σου, να ανακατεύει τον καφέ στο μπρίκι. Ακούω τον οξύ, μεταλλικό του ήχο στο πιατάκι. Σε ρωτάω, αν θες κουλουράκι. Αρνείσαι, γιατί με τα γλυκά «δεν είσαι φίλος», όπως συνήθιζες να λες.
Χαμογελώ.

Κι αμέσως σκέφτομαι πως κλείνουν πια 4 χρόνια από τότε που «έφυγες». Και ξαφνικά, όση ζάχαρη και αν βάλω στο δικό μου καφέ, τίποτα πια δεν διώχνει την πίκρα.

Αυτές τις μέρες, μπαμπά, μια περίεργη ησυχία πέφτει πάνω από την πόλη. Καλύπτει τις στέγες των σπιτιών, τους δρόμους, όλα εκείνα τα καθημερινά, τα οποία κάποτε φάνταζαν σημαντικά για κάποιο λόγο, που πλέον κανείς δε θυμάται. Το «στρώνει» τόσο έξω όσο και μέσα μας, βαθειά στην ψυχή. Μόνο τα σύννεφα κυκλοφορούν πια αμέριμνα, αγνοώντας το φόβο των ανθρώπων. Είναι ο ίδιος φόβος της απώλειας, που μου σύστησες, πριν από 4 χρόνια. Ήρθε ξανά και μου χτυπάει την πόρτα. Μου λέει πως είσαι εσύ, μιμούμενος τη φωνή σου. Και πετυχαίνει τη χροιά σου ακριβώς.
Του λείπει, όμως, η αγάπη.

Αυτές τις μέρες, μπαμπά, σκέφτομαι πως ίσως είναι καλύτερα που δεν «είσαι». Κι άμεσως συνειδητοποιώ πως τώρα, «είσαι» ακόμα περισσότερο. Σαν ένα τσακαλωμένο ριχτάρι στον καναπέ, στον οποίο, πριν από ένα λεπτό, καθόσουν. Ένα σεντόνι ξέστρωτο, από τον απογευματινό σου ύπνο. Η ανοιχτή καρέκλα του σκηνοθέτη στη βεράντα. Ένα ποτήρι με τρεμάμενο νερό, μισογεμάτο, που μόλις ακούμπησες στο τραπεζάκι. Η ζέστη από το άγγιγμα σου, στο κάθισμα του αυτοκινήτου, που μόλις μου έδωσες να παρκάρω, γιατί δεν έβρισκες θέση. Βιαζόσουν βλέπεις. Βιαζόσουν να φύγεις. Πάντα βιαζόσουν να φύγεις. Τι κατάλαβες; Η απώλεια πήρε πια μόνιμα τη θέση σου. Έκατσε στη γωνία του καναπέ και δεν φεύγει, λέει, αν δε σε αφήσω πρώτα εγώ να φύγεις. Ας κάτσει. Προτιμώ να μου λείπεις. Είναι ο μόνος τρόπος να σ’ έχω.

Αυτές τις μέρες, μπαμπά, σκέφτομαι έντονα εκείνη την τελευταία μας βόλτα στην παραλία. Βέβαια τότε, δεν φανταζόμουν ο χαζός πως θα ήταν η τελευταία. Βλέπεις, αν το ήξερα, σου ορκίζομαι πως θα οδηγούσα ακόμα. Για όσο. Για πάντα, αν μπορούσα. Φορούσες το αγαπημένο σου σακάκι, που πια σου ήταν μεγάλο, αφού το αδύναμο κορμί σου είχε σχεδόν αδειάσει από ζωή. Κοίταζες από το παράθυρο τη θάλασσα, που τόσο αγαπούσες. Άραγε να τη χόρτασες; Ποτέ δε σε ρώτησα. Και τώρα, σαν ένα πετραδάκι μέσα στο παπούτσι, με πληγώνει βήμα το βήμα η απορία. Πόση θάλασσα είδαν τα μάτια σου; Γέμισε άραγε η ψυχή σου;

Αυτές τις μέρες, μπαμπά, μου λείπεις αφόρητα πολύ. Δεν παύω να σκέφτομαι, πως είμαστε οι άνθρωποι που αγαπήσαμε. Κι η αγάπη αυτή, απόδειξη της ύπαρξής τους, είναι μια συνέχεια, τόσο δική σου όσο και όλων εκείνων που πια δεν «είναι». Προτιμώ να σκέφτομαι πώς μέσα από αυτή συνεχίζεις. Πως ό,τι έμεινε από εσένα, δεν είναι μια φωτογραφία στο τραπεζάκι του σαλονιού ή ακόμα χειρότερα, ένα όνομα λαξευμένο σε μια μαρμάρινη επιφάνεια. Ναι δε σε επισκέπτομαι εκεί. Γιατί, για εμένα, δεν είσαι εκεί. Ποτέ δεν ήσουν. Εκεί είναι οι ξεχασμένοι…

Αυτές τις μέρες, μπαμπά, ο κόσμος έπαψε να γυρίζει. Όλα πάγωσαν. Ο χρόνος σταμάτησε να κυλά και οι δείκτες έμειναν ακινητοποιημένοι σε μια άσχετη ώρα, όπως στο παλιό ρολόι του παππού στον τοίχο του διαδρόμου, που μας έλεγες ότι σταμάτησαν ακριβώς την ώρα του θανάτου του. Τότε δεν το πίστεψα. Τώρα όμως, γνωρίζω καλά πως όλο μας το σύμπαν μπορεί να συρρικνωθεί σε μια στιγμή. Συγνώμη που σε αμφισβήτησα. Τώρα ξέρω…

Η ώρα πέρασε και έξω, έχει πια σκοτεινιάσει για τα καλά. Ελπίζω κι αυτό μου το γράμμα, να φτάσει στο «εκεί» σου και να γίνει άλλη μια ανάμνηση από το «μαζί» μας.
Σε ευχαριστώ, που έστω κι έτσι, μου έμαθες πως το μόνο που κρατάει για πάντα είναι η αγάπη. Σε ευχαριστώ για όλα και συγνώμη, ξανά, για όλες εκείνες τις φορές που ήμουν «παιδί». Βλέπεις, για όσο ήμουν «παιδί» θα ήσουν πάντα ο μπαμπάς μου. Ελπίζω να μη μου κρατάς κακία.

Μέχρι του χρόνου ξανά, να (με) προσέχεις. Δ

Ακολουθήστε τα Μικροπράγματα στο Google News, για άρθρα και κουίζ που θα σας φτιάχνουν τη μερα.
0 Comments
Ενσωματωμένα σχόλια
Δείτε όλα τα σχόλια

Τα Μικροπράγματα στο inbox σου!